Βουβωνοκήλη
Δρ. Φαφουλάκης Φραγκίσκος, MD, PhD, MSc
Γενικός Χειρουργός
Συνεργάτης ΙΑΣΩ Θεσσαλίας
Ως κήλη ορίζεται η προβολή ενδοκοιλιακού σπλάγχνου διαμέσου ενός χάσματος του κοιλιακού τοιχώματος. Οι βουβωνοκήλες αποτελούν παραδοσιακά τη συχνότερη μορφή κηλών με ποσοστό 70-75%. Στην περίπτωση της βουβωνοκήλης τα ενδοκοιλιακά σπλάγχνα (έντερο, επίπλουν κλπ) ή ιστοί (λίπος) κατέρχονται δια του βουβωνικού πόρου ή δια του κοιλιακού τοιχώματος, και προβάλλουν σαν μια διόγκωση στη βουβωνική χώρα κάτω από το δέρμα. Η βουβωνοκήλη μπορεί να εμφανιστεί δεξιά, αριστερά ή να είναι αμφοτερόπλευρη.
Ποιοι είναι οι προδιαθεσικοί παράγοντες εμφάνισης βουβωνοκήλης;
- Το άρρεν φύλο. Η βουβωνοκήλη μπορεί να εμφανιστεί και στα δυο φύλλα αλλά συναντάται συχνότερα σε άντρες. Υπολογίζεται ότι περίπου ένας στους τρεις άντρες θα εμφανίσει κάποια στιγμή της ζωής του βουβωνοκήλη.
- Η ηλικία.
- Το κληρονομικό ιστορικό κήλης μηροβουβωνικής χώρας σχετίζεται με αύξηση του σχετικού κινδύνου κατά 8-10 φορές.
- Νοσήματα που σχετίζονται με ανατομικές ανωμαλίες και διαταραχές στη σύνθεση κολλαγόνου.
- Καταστάσεις που προκαλούν αυξημένη ενδοκοιλιακή πίεση, όπως ασθενείς με χρόνια αποφρακτική πνευμονοπάθεια και καπνιστές (λόγω του χρόνιου βήχα) και ασθενείς με ασκίτη.
- Τέλος, παραμένει αμφιλεγόμενο το αν η συστηματική ή περιστασιακή άρση βάρους αποτελεί προδιαθεσικό παράγοντα.
Είναι όλες οι βουβωνοκήλες ίδιες;
Η βουβωνοκήλη διακρίνεται σε ανατάξιμη, μη ανατάξιμη και περισφιγμένη.
Στην ανατάξιμη βουβωνοκήλη είναι δυνατή η επαναφορά του περιεχομένου της κήλης στην κοιλιά, οπότε η διόγκωση μεταβάλλεται παροδικά αναλόγως την θέση του ατόμου.
Σε «μη ανατάξιμη» βουβωνοκήλη, η επαναφορά του περιεχομένου της κήλης στην κοιλιά δεν είναι εφικτή, λόγω συμφύσεων, αυξημένης μυϊκής τάσης ή και οιδήματος.
Τέλος, περισφιγμένη ονομάζεται η κήλη όταν το περιεχόμενό της αποφράσσεται και υπάρχει κίνδυνος ισχαιμίας και νέκρωσης λόγω διαταραχής της αιμάτωσής του. Συνηθέστερα το περιεχόμενο είναι λεπτό έντερο με αποτέλεσμα η περίσφιξη να οδηγεί σε αποφρακτικό ειλεό, ισχαιμία εντέρου και περιτονίτιδα.
Ποια είναι τα συμπτώματα της βουβωνοκήλης;
Η βουβωνοκήλη είναι ασυμπτωματική περίπου στο ένα τρίτο των ασθενών και μπορεί να διαγιγνώσκεται τυχαία κατά τη διάρκεια κλινικής εξέτασης για άλλη αιτία. Συνήθως εκδηλώνεται ως μάζα που προβάλλει στη βουβωνική περιοχή και μπορεί να προκαλεί αίσθημα βάρους ή άλγος που επιτείνεται στην όρθια στάση ή κατά την αύξηση της ενδοκοιλιακής πίεσης (βήχας ή άρση βάρους) και υποχωρεί με την κατάκλιση. Σε μη ανατάξιμη βουβωνοκήλη η μάζα προβάλλει διαρκώς και δεν ανατάσσεται με την κατάκλιση ή χειρισμούς.
Σε περίπτωση περίσφιξης, το άλγος είναι συνεχές και εάν το περιεχόμενο είναι έντερο προεξάρχει η συμπτωματολογία της εντερικής απόφραξης, με εμέτους, αναστολή αποβολής αερίων και κοπράνων και πιθανώς εικόνα οξείας κοιλίας.
Ποια είναι η θεραπεία της βουβωνοκήλης; Υπάρχει συντηρητική αντιμετώπιση;
Η θεραπεία της βουβωνοκήλης είναι η χειρουργική αποκατάσταση με τη χρήση πλέγματος.
Η χρήση ζώνης (κηλεπίδεσμου) δεν ενδείκνυται σε καμία περίπτωση, καθώς καθυστερεί τη χειρουργική θεραπεία και επιτείνει τον κίνδυνο περίσφιξης της κήλης.
Σε ποιους ασθενείς επιβάλλεται η χειρουργική αποκατάσταση;
Σε συμπτωματικούς ασθενείς συνιστάται εκλεκτική (προγραμματισμένη) χειρουργική αποκατάσταση. Αντίθετα σε περίπτωση περίσφιξης ή επώδυνης μη ανατασσόμενης βουβωνοκήλης, απαιτείται άμεση επείγουσα χειρουργική επέμβαση.
Ποιες είναι οι μέθοδοι χειρουργικής αποκατάστασης της βουβωνοκήλης;
Οι ανοικτές επεμβάσεις διενεργούνται μέσω μιας μικρής τομής στην βουβωνική χώρα υπό τοπική, ραχιαία ή γενική αναισθησία. Η ενίσχυση των κοιλιακών τοιχωμάτων γίνεται με χρήση ειδικού συνθετικού πλέγματος (αποκατάσταση χωρίς τάση με πλέγμα, π.χ. μέθοδος κατά Lichtenstein).
Οι «ελάχιστα επεμβατικές»/ λαπαροσκοπικές επεμβάσεις διενεργούνται με χρήση ειδικών εργαλείων και κάμερας μέσω μικρότερων τομών στο δέρμα συνήθως υπό γενική αναισθησία. Η ενίσχυση των κοιλιακών τοιχωμάτων, και σε αυτή την περίπτωση, γίνεται με τη χρήση ειδικού συνθετικού πλέγματος.
Πότε ενδείκνυται η λαπαροσκοπική αποκάτασταση;
Η λαπαροσκοπική αποκατάσταση ενδείκνυται σε αμφοτερόπλευρη βουβωνοκήλη, σε υποτροπή μετά από ανοικτή αποκατάσταση βουβωνοκήλης και όταν υπάρχει ανάγκη ταχείας ανάρρωσης του ασθενούς.
Η επιλογή της τεχνικής θα πρέπει να εξατομικεύεται κατά περίσταση και ο χειρουργός θα πρέπει να εφαρμόζει την τεχνική με την οποία είναι πιο εξοικειωμένος.
Ποια είναι τα πλεονεκτήματα και ποια τα μειονεκτήματα της λαπαροσκοπικής έναντι της ανοικτής αποκατάστασης;
Στα πλεονεκτήματα των λαπαροσκοπικών τεχνικών συγκαταλέγονται το λιγότερο άλγος (οξύ και χρόνιο), η ταχύτερη ανάρρωση και επιστροφή στις συνήθεις δραστηριότητες. Αντίθετα, μειονεκτήματα αποτελούν η πολυπλοκότητα των τεχνικών, η μεγαλύτερη διάρκεια επέμβασης, η γενική αναισθησία και το υψηλότερο κόστος.