Σπαστικότητα: Τι είναι και πως αντιμετωπίζεται;
Καθ. Βασίλειος Α. Ζέρρης, MD, MPH, MSc, FAANS,
Νευροχειρουργός,
Διευθυντής Παιδονευροχειρουργικού
Τμήματος ΙΑΣΩ Παίδων
Αντιγόνη Παπαβασιλείου, MD, PhD, FAAP,
Παιδονευρολόγος,
Υπεύθυνη Νευρολογικού
Τμήματος ΙΑΣΩ Παίδων
Τι είναι η Σπαστικότητα;
Ορίζεται επιστημονικά ως αυξημένη αντίσταση σε μια κίνηση η οποία επιβάλλεται έξωθεν και αυξάνεται με την ταχύτητα της κίνησης. Συνδυάζεται με αυξημένα τενόντια αντανακλαστικά και κλώνο.
Οι μύες έχουν μια φυσιολογική αντίσταση στην παθητική κίνηση. Αυτό ονομάζεται μυϊκός τόνος. Σπαστικότητα είναι η αύξηση αυτού του φυσιολογικού μυϊκού τόνου.
Η σπαστικότητα εξαρτάται από την ταχύτητα της κίνησης δηλαδή όσο πιο γρήγορη είναι η παθητική κίνηση τόσο μεγαλύτερη είναι η αντίσταση του μυός.
Πρακτικά αυτό σημαίνει πως η σπαστικότητα δημιουργεί μια αντίσταση στην παθητική κίνηση η οποία αυξάνεται καθώς η απόπειρα για έκταση του μυός αυξάνεται. Επομένως, γίνεται αντιληπτή σαν μια απώλεια του ελαστικού τμήματος του μυός.
Ο αυξημένος μυϊκός τόνος έχει ως αποτέλεσμα την απώλεια του ελέγχου του κορμού και τη δυσκολία στην ενεργό κίνηση των μελών.
Που οφείλεται η Σπαστικότητα;
Η σπαστικότητα είναι ένα συνηθισμένο πρόβλημα σε άτομα με βλάβες ή διαταραχές του Κεντρικού Νευρικού Συστήματος.
Ως κλινικό εύρημα δηλώνει βλάβη ή διαταραχή στα τμήματα του εγκεφάλου ή του νωτιαίου μυελού τα οποία ελέγχουν την εκούσια κινητικότητα.
Η σπαστικότητα μπορεί να είναι εγκεφαλικής προελεύσεως (εγκεφαλική παράλυση, τραυματική εγκεφαλική βλάβη, αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο κ.ά.) ή να είναι νωτιαίας προελεύσεως (τραυματική βλάβη του νωτιαίου μυελού, πολλαπλή σκλήρυνση κ.α).
Η παθογένεση της σπαστικότητας αποδίδεται στην αύξηση της διεγερσιμότητας των κατωτέρων κινητικών νευρώνων. Αυτό φαίνεται ως αύξηση των τενοντίων αντανακλαστικών κατά την κλινική εξέταση. Αυτό αποδίδεται σε μία μεταβολή στην ισορροπία των διεγερτικών και των ανασταλτικών ερεθισμάτων στους κινητικούς νευρώνες. Συγκεκριμένα, όταν τα ανασταλτικά ερεθίσματα μειώνονται τότε οι ενδιάμεσοι νευρώνες στέλνουν νευρικές ώσεις στους κατώτερους κινητικούς νευρώνες οι οποίοι γίνονται υπερεργικοί.
Η σπαστικότητα συνήθως συνοδεύεται και από άλλα σημεία κεντρικής κινητικής διαταραχής όπως, μυϊκή αδυναμία, έλλειψη συντονισμού, διαταραχή του εκλεκτικού ελέγχου των κινήσεων, εύκολη κόπωση κ.ά.
Μολονότι η σπαστικότητα εγκεφαλικής προελεύσεως και αυτή λόγω νωτιαίας βλάβης μοιράζονται πολλά κοινά κλινικά χαρακτηριστικά, η σπαστικότητα νωτιαίας προελεύσεως κυριαρχείται από συσπάσεις σε κάμψη οι οποίες είτε είναι αυθόρμητες είτε προκαλούνται από εξωγενή ή ενδογενή ερεθίσματα. Τα φαινόμενα αυτά, ωστόσο, είναι ασυνήθη στην σπαστικότητα εγκεφαλικής προελεύσεως.
Οι συνέπειες της Σπαστικότητας
Η σπαστικότητα δημιουργεί πρόβλημα στην κίνηση.
Όταν ο μυϊκός τόνος αυξάνεται οι μύες γίνονται σκληροί και δύσκαμπτοι και δεν αναπτύσσονται τα φυσιολογικά σχήματα της κίνησης. Αντιθέτως το παιδί δείχνει παθολογικά ή αντιρροπιστικά σχήματα κίνησης. Αυτό εμποδίζει την ανάπτυξη φυσιολογικής βάδισης αλλά και τη διατήρηση φυσιολογικής στάσης. Η παθολογική στάση στο κάθισμα και στην ορθοστάτηση προκαλεί την εμφάνιση συγκάψεων που τελικώς οδηγούν σε παραμορφώσεις, κατακλίσεις και πόνο.
Η αύξηση του μυϊκού τόνου δημιουργεί ποικίλα προβλήματα στον ασθενή. Για παράδειγμα, για το μη περιπατητικό παιδί, το κάθισμα είναι δύσκολο όταν υπάρχει αυξημένος τόνος στους προσαγωγούς και στους οπίσθιους μηριαίους. Το παιδί γλιστράει από την αναπηρική καρέκλα και δεν μπορεί να κάτσει σωστά. Δεν μπορεί να μεταφερθεί μέσα και έξω από το κρεβάτι από την αναπηρική πολυθρόνα ή από την μπανιέρα. Η υγιεινή του και το ντύσιμό του απαιτούν μεγαλύτερη προσπάθεια. Η περαιτέρω απώλεια της λειτουργικότητας έχει ως αποτέλεσμα οι γονείς και οι φροντιστές να δυσκολεύονται να ανταποκριθούν στις ανάγκες του παιδιού τους.
Το περιπατητικό παιδί έχει δυσκολία να ξεκινήσει την κίνησή του, δεν μπορεί να φορέσει τους νάρθηκές του και η κίνησή του ενεργειακά γίνεται πολύ δύσκολη καθώς καταναλώνει πολλή ενέργεια για να κινήσει τους μύες του. Η σπαστικότητα επηρεάζει την αύξηση των μυών.
Η σπαστικότητα αρχικώς αναδεικνύεται με βράχυνση των μυών ενώ το παθητικό εύρος της κίνησης είναι πλήρες. Αργότερα όμως λόγω της ίνωσης αναπτύσσονται σκελετικές παραμορφώσεις και η άρθρωση μένει σε μια μόνιμη σύγκαμψη. Το πόσο γρήγορα αναπτύσσονται οι συγκάμψεις εξαρτάται από τη σοβαρότητα της σπαστικότητας και από τους μύες οι οποίοι την παρουσιάζουν, δηλαδή οι συγκάμψεις εμφανίζονται ταχύτερα σε κάποιες μυϊκές ομάδες. Οι μύες χρειάζονται να διατείνονται παθητικά όταν το παιδί είναι σε ηρεμία και όταν αυτό δεν γίνεται υπάρχει πτωχή ανάπτυξη των μυών.
Η ανάπτυξη των οστών επηρεάζεται από την παθολογικά αυξημένη αντίσταση των βραχέων (σπαστικών) μυών και τα αυξανόμενα οστά γρήγορα παραμορφώνονται από την υφιστάμενη και συνεχιζόμενη τάση. Η μη αντιμετωπιζόμενη σπαστικότητα προκαλεί παθολογική συστροφή των μακρών οστών και οστικές παραμορφώσεις.
Από την άλλη πλευρά η σπαστικότητα έχει κάποιες θετικές συνέπειες.Αυξάνει λιγάκι την ικανότητα του παιδιού να υποστηρίξει το βάρος του αντίθετα στην βαρύτητα. Το παιδί που έχει αυξημένο τόνο στους εκτείνοντες του κορμού, μπορεί να σταθεί και να κάει κάποια βήματα. Επίσης, η σπαστικότητα μπορεί να βοηθήσει στη διατήρηση της τροφικότητας των μυών και της πυκνότητας των οστών.
Αντιμετώπιση της Σπαστικότητας
Η αντιμετώπιση της σπαστικότητας είναι σημαντική διότι εάν δεν αναχαιτισθεί επιπλέκεται από περαιτέρω προβλήματα όπως πόνο, μυϊκούς σπασμούς, ανάπτυξη συγκάμψεων και παραμορφώσεων οι οποίες περιορίζουν περαιτέρω την κινητικότητα του ασθενούς και οδηγούν σε περαιτέρω περιορισμό της λειτουργικότητας.
Λόγω της σοβαρότητας των δευτερογενών αυτών διαταραχών, η αντιμετώπιση της σπαστικότητας με ποικίλους τρόπους βρίσκεται πάντα στο προσκήνιο.Διάφορες μέθοδοι θεραπείας εφαρμόζονται προς ανακούφιση της σπαστικότητας όπως, η φυσιοθεραπεία, φάρμακα από το στόμα καθώς επίσης και τοπικές εγχύσεις αλλαντικής τοξίνης εντός των σπαστικών μυών.
Εδώ και αρκετά χρόνια μια νευροχειρουργική επέμβαση, οι οπίσθιες εκλεκτικές ριζοτομές, αναδείχθηκε ως μια μέθοδος που μπορεί να έχει σημαντική επιτυχία σε μία υπο-ομάδα ασθενών με σπαστικότητα, υπό την προϋπόθεση ότι θα γίνει σωστή επιλογή των ασθενών.
Η αντιμετώπιση της σπαστικότητας έχει πολλαπλά θετικά αποτέλεσμα για τους ασθενείς μας:
- Βοηθάει στην εκτέλεση δραστηριοτήτων της καθημερινής ζωής είτε από τον ασθενή ή από τους φροντιστές του, για παράδειγμα στο ντύσιμο, στην μεταφορά κ.α.
- Βοηθάει την υγιεινή του ίδιου του ασθενούς ή αυτήν που γίνεται από τον φροντιστή του. Ως αποτέλεσμα διατηρείται η υγεία του δέρματος και αποφεύγοντας λοιμώξεις.
- Μειώνεται η τάση για μυϊκές συσπάσεις και κλώνο οι οποίες οδηγούν είτε σε τραυματισμό είτε περιορίζουν τις δραστηριότητες του πάσχοντος.
- Ελαττώνεται ο πόνος που οφείλεται σε μυϊκές συσπάσεις και σε συγκάμψεις.
- Μειώνεται η εμφάνιση παθολογικών προτύπων στάσης και κίνησης όπως, η κακή ή η περίεργή θέση των μελών, διαταραχή του βαδίσματος κ.ά. Αυτές δημιουργούν πρόβλημα στον ασθενή από αισθητικής απόψεως, καθώς και περιορισμό της δραστηριότητας και της συμμετοχής του και τελικώς οδηγούν σε κακή ποιότητα ζωής.
- Περιορίζει τις αντιρροπιστικές στάσεις τόσο στα άκρα όσο και στην σπονδυλική στήλη με αποτέλεσμα να βοηθά στην πρόληψη παραμορφώσεων και στη μείωση της σκολίωσης.
- Βελτιώνει την κινητική λειτουργεία καθώς η μείωση της σπαστικότητας σε ορισμένες μυϊκές ομάδες επιτρέπει στους ανταγωνιστές να λειτουργήσουν με λιγότερη αντίσταση και να βελτιώσουν την ισχύ τους.
- Βελτιώνει την ανοχή στις ορθωτικές παρεμβάσεις οι οποίες μπορούν να βοηθήσουν τη στάση και την κίνηση του ασθενούς.
- Επιτρέπει την αξιολόγηση και τη βελτίωση της κινητικότητας των αρθρώσεων, ειδικά αν υπάρχουν περιορισμοί σε αυτές.
- Βοηθά στην αποφυγή πολλαπλών ορθοπεδικών επεμβάσεων.