Η Υδροκήλη στα παιδιά
Αρσένιος Ι. Γεωργιάδης,
Παιδοχειρούργος,
Διευθυντής Παιδοχειρουργικής Κλινικής
ΙΑΣΩ Παίδων
Γεώργιος N. Περγάμαλης,
Παιδοχειρούργος,
Διευθυντής Παιδοχειρουργικής Κλινικής
ΙΑΣΩ Παίδων
Η υδροκήλη είναι μια από τις συχνές αιτίες επίσκεψης στον παιδίατρο και τον παιδοχειρουργό. Η εμφάνιση της διόγκωσης του οσχέου, του σάκου δηλαδή μέσα στον οποίο βρίσκονται οι όρχεις, προκαλεί έντονη ανησυχία στους γονείς των αγοριών. Η υδροκήλη μοιάζει με μπαλόνι γεμάτο με νερό και δεν προκαλεί πόνο. Κάνει το όσχεο να φαίνεται πρησμένο, γυαλιστερό και του δίνει μερικές φορές ένα πρασινομπλέ χρώμα.
Πρόκειται για συλλογή υγρού γύρω από τον όρχι, η οποία προκύπτει με τον ακόλουθο μηχανισμό.
Κατά την εμβρυϊκή ζωή ο όρχις βρίσκεται μέσα στην κοιλιά του εμβρύου κάτω από το σύστοιχο νεφρό και πίσω από το περιτόναιο (μεμβράνη που περιβάλει τα όργανα της κοιλιάς). Μέχρι τον ένατο μήνα της κύησης ο όρχις κατεβαίνει στην τελική του θέση στο όσχεο. Μια προσεκβολή του περιτοναίου (ελυτροπεριτοναϊκός πόρος) ακολουθεί και διευκολύνει τον όρχι στην κάθοδό του μέχρι το όσχεο.
Στο τέλος του ένατου μήνα, κατά τη γέννηση, ο ελυτροπεριτοναϊκός πόρος κλείνει στο μεγαλύτερο ποσοστό των ανθρώπων, ενώ σε ένα μικρότερο ποσοστό κλείνει μετά τη γέννηση, μέχρι την ηλικία των 12-24 μηνών ή παραμένει ανοιχτός δια βίου χωρίς να δημιουργεί κάποιο πρόβλημα. Εάν όμως ο ελυτροπεριτοναϊκός πόρος διευρυνθεί σε διάφορα σημεία του, προκύπτουν οι εξής κλινικές οντότητες: βουβωνοκήλη, υδροκήλη, επικοινωνούσα υδροκήλη, κύστη σπερματικού τόνου, σε οποιαδήποτε χρονική στιγμή της ζωής του ανθρώπου χωρίς αυτές να προυπάρχουν.
Η υδροκήλη υπάρχει στο 1-3% των τελειόμηνων νεογνών κατά τη γέννηση. Σε ποσοστό 15-22% είναι αμφοτερόπλευρη και είναι πιο συχνή σε νεογνά που γεννιούνται πρόωρα.
Υδροκήλη, βέβαια, μπορεί να εμφανισθεί σε οποιαδήποτε ηλικία λόγω παραμονής ανοικτού του ελυτροπεριτοναϊκού πόρου, αλλά μπορεί να δημιουργηθεί και μετά από κακώσεις ή συστροφή του όρχεως. Μπορεί, επίσης, να είναι αποτέλεσμα άλλης γενικευμένης ασθένειας ή πιο σπάνια νεοπλασίας, ή και μετά από χειρουργική επέμβαση για αποκατάσταση κιρσοκήλης.
Η διάγνωση της υδροκήλης είναι συνήθως εύκολη και γίνεται με την κλινική εξέταση, κατά την οποία διαπιστώνεται διόγκωση του οσχέου, ομαλή, λεία, ανώδυνη, μαλακή στην ψηλάφηση, με σχήμα σφαιρικό ή επίμηκες, περιβάλλει τον όρχι, περιέχει διαυγές υγρό, δεν αυξομειώνεται και συνήθως δεν επεκτείνεται μέχρι το έξω στόμιο του βουβωνικού πόρου.
Πρέπει να διαχωριστεί από την επικοινωνούσα υδροκήλη, δηλαδή τη διόγκωση του όσχεου που περιβάλλει τον όρχι, περιέχει διαυγές υγρό που αυξομειώνει το μέγεθός της και επεκτείνεται μέχρι το έξω στόμιο του βουβωνικού πόρου. Ο διαχωρισμός αυτός μπορεί να είναι δύσκολος αν η υδροκήλη είναι μεγάλη, αν είναι υπό τάση ή αν ο ελυτροπεριτοναϊκός πόρος είναι λεπτός. Επίσης, πρέπει να διαχωριστεί από τη βουβωνοκήλη και την κύστη σπερματικού τόνου. Όταν υπάρχει αμφιβολία ή υποψία ευρύτερης επικοινωνίας, το υπερηχογράφημα είναι η εξέταση εκλογής. Ο παιδοακτινολόγος μπορεί να μετρήσει τις διαστάσεις του ελυτροπεριτοναϊκού πόρου και να αναδείξει αν υπάρχει ανοικτός ελυτροπεριτοναϊκός πόρος και από την άλλη πλευρά.
Η υδροκήλη δεν χρειάζεται χειρουργική αποκατάσταση πριν από την ηλικία των 12-24 μηνών, εκτός εάν υπάρξει μεγαλύτερη διεύρυνση του ελυτροπεριτοναϊκού πόρου (βουβωνοκήλη), οπότε συνίσταται η άμεση αποκατάσταση. Μετά την ηλικία των 2 ετών, η εμφάνιση υδροκήλης απαιτεί την άμεση διερεύνηση για τη διαπίστωση πιθανής πρωτογενούς αιτίας (νεόπλασμα παρασίτωση κ.λ.π.) και τη χειρουργική αποκατάσταση όταν χρειάζεται.
Τη χρονιά που μας πέρασε ήταν η πρώτη φορά που παρουσιάστηκε διχογνωμία μεταξύ Αμερικανικής και Ευρωπαϊκής βιβλιογραφίας όσον αφορά στην ηλικία χειρουργικής αποκατάστασης της επικοινωνούσας υδροκήλης, πάντα υπό το φόβο της απότομης διεύρυνσης του ελυτροπεριτοναϊκού πόρου και του συνακόλουθου κινδύνου της περισφιγμένης βουβωνοκήλης.
Σύμφωνα με τις οδηγίες της Αμερικανικής Ένωσης Χειρουργών Παίδων η επικοινωνούσα υδροκήλη συνίσταται να αντιμετωπίζεται χειρουργικά άμεσα (με τη διάγνωση) όπως η βουβωνοκήλη, ενώ η Ευρωπαϊκή Ένωση Χειρουργών Παίδων και η Ευρωπαϊκή Ένωση Ουρολόγων συστήνει χειρουργική αποκατάσταση στους 12-24 μήνες, εφόσον η επικοινωνία παραμένει. Θεωρούμε ότι η ευρωπαϊκή άποψη με σωστή καθοδήγηση των γονέων για την ασφαλή παρακολούθηση του παιδιού είναι ορθότερη, εκτός των περιπτώσεων όπου το εύρος του βουβωνικού πόρου μετά από υπερηχογραφική τεκμηρίωση είναι μεγάλο (>4mm), όπου συνίσταται άμεση χειρουργική αποκατάσταση. Η αντιμετώπιση αυτή μειώνει πολύ το ποσοστό άσκοπης χειρουργικής επέμβασης, ενώ παράλληλα δεν εκθέτει το παιδί σε κίνδυνο.
Η χειρουργική επέμβαση γίνεται υπό γενική αναισθησία. Από μια μικρή τομή στη σύστοιχη βουβωνική περιοχή, δηλαδή χαμηλά στην κοιλιά, βρίσκεται και κλείνεται η επικοινωνία και διενεργείται ανασύσταση του κοιλιακού τοιχώματος (βουβωνικού πόρου). Το παιδί παραμένει στο νοσοκομείο για 4-10 ώρες μετά την επέμβαση, ώστε να επανέλθει από την αναισθησία και κατόπιν επιστρέφει στο σπίτι του. Η αποθεραπεία είναι κατά κανόνα εύκολη και ανώδυνη και τα ποσοστά επιπλοκών σπάνια, κυρίως σαν αναφορές στη διεθνή βιβλιογραφία.
Η υδροκήλη δεν χρειάζεται χειρουργική αποκατάσταση πριν από την ηλικία των 12-24 μηνών, εκτός εάν υπάρξει μεγαλύτερη διεύρυνση του ελυτροπεριτοναϊκού πόρου (βουβωνοκήλη), οπότε συνίσταται η άμεση αποκατάσταση.