Σύνδρομο Άπνοιας Ύπνου στην Κύηση και Υπογονιμότητα

Το Σύνδρομο Άπνοιας Ύπνου (ΣΑΥ) είναι μια κλινική οντότητα, που απασχολεί εκατομμύρια ανθρώπους σε ολόκληρο τον κόσμο, αφού έχει συχνότητα 5%, περίπου, στον γενικό πληθυσμό. Αν περιορίσουμε τα όρια, σε άτομα ηλικίας 30-60 ετών, τότε η συχνότητα ανέρχεται στο 9% για τις γυναίκες και 24% για τους άνδρες.
Το Σύνδρομο Άπνοιας Ύπνου (αποφρακτικού τύπου, που είναι και το συχνότερο), χαρακτηρίζεται από επαναλαμβανόμενα επεισόδια μερικής ή και πλήρους απόφραξης του ανώτερου αεραγωγού κατά τη διάρκεια του ύπνου, που οδηγούν σε διαλείπουσα υποξία (συνεχείς αυξομειώσεις) και διακοπτόμενο ύπνο. Αυτές είναι οι δυο κύριες παθοφυσιολογικές μεταβολές που χαρακτηρίζουν την νόσο και εξηγούν γιατί δίνει τόσο πολλά και διαφορετικά συμπτώματα, από όλα σχεδόν τα συστήματα.
Στις επιπτώσεις του ΣΑΥ περιλαμβάνονται οι διακυμάνσεις των επιπέδων οξυγόνωσης που οδηγούν σε ενεργοποίηση του συμπαθητικού νευρικού συστήματος, με αυξημένες την καρδιακή συχνότητα και την αρτηριακή πίεση, αυξημένο κίνδυνο για αρτηριακή υπέρταση, πνευμονική υπέρταση, καρδιαγγειακά επεισόδια, ισχαιμία μυοκαρδίου και εγκεφαλικά επεισόδια, διαταραχές του μεταβολισμού με ανάπτυξη αντίστασης στην ινσουλίνη και κίνδυνο εμφάνισης σακχαρώδη διαβήτη, νοητικές διαταραχές και μεταβολές της διάθεσης.
Από την άλλη πλευρά, η εγκυμοσύνη προκαλεί μεταβολές στον γυναικείο οργανισμό που μπορεί να αυξάνουν τον κίνδυνο για εμφάνιση ΣΑΥ, ή επιδείνωση προϋπάρχοντος. Τέτοιες είναι η αύξηση σωματικού βάρους και το οίδημα στον ανώτερο αεραγωγό. που ευνοούν την τάση του για σύγκλειση και μερική ή πλήρη απόφραξη. Οι ορμονικές διακυμάνσεις, έχουν επίσης μεγάλη σημασία, διότι ενώ η προγεστερόνη μπορεί να δράσει και προστατευτικά ως διεγερτικό της αναπνευστικής ώσης, μπορεί να αυξήσει επίσης την τάση του ανώτερου αεραγωγού για σύγκλειση. Τα οιστρογόνα συμβάλλουν στο οίδημα των βλεννογόνων μύτης και στοματοφάρυγγα, στενεύοντας περαιτέρω τον ανώτερο αεραγωγό.
Η εναπόθεση λιπώδους ιστού στην περιοχή από την αύξηση του βάρους, επιδεινώνει την κατάσταση. Στην εγκυμοσύνη έχουμε αυξημένο όγκο αίματος και κατακράτηση υγρών που μπορεί να στενεύουν περισσότερο τον αεραγωγό διότι συσσωρεύονται τους περιφαρυγγικούς ιστούς και αυτό επιδεινώνεται περισσότερο το 3ο τρίμηνο της κύησης, που είναι και συχνότερη η εμφάνιση υπέρτασης κύησης. Επίσης σημαντική είναι η προς τα πάνω μετατόπιση του διαφράγματος από την μήτρα που συνεχώς μεγαλώνει.
Το ροχαλητό είναι πιο συχνό στις έγκυες γυναίκες και αναφέρεται από το 11% στο 1ο τρίμηνο, ενώ φτάνει στο 16% στο 3ο. Η ακριβής συχνότητα του ΣΑΥ μάλλον υποεκτιμάται διότι έχουν γίνει λίγες μελέτες. Από μια μεγάλη μελέτη 3705 εγκύων, κατόπιν ειδικής εξέτασης, δηλαδή μελέτης ύπνου, γνωρίζουμε ότι 4% διαγνώστηκαν με ΣΑΥ σε πρώιμη κύηση (6-15 εβδομάδων), που διπλασιάστηκε σε πιο προχωρημένη κύηση (22-31 εβδομάδων).
Να σημειωθεί ότι αυτές οι γυναίκες είχαν κανονικό σωματικό βάρος πριν την κύηση, στο 51%. Όταν ελέγχονται γυναίκες με αυξημένο βάρος (ΒΜΙ> 30) η συχνότητα εμφάνισης ΣΑΥ έφτασε το 10%. Τα δεδομένα δείχνουν ότι η ηλικία κύησης και το βάρος της μητέρας έχουν σημαντική επίδραση στην πιθανότητα εμφάνισης ΣΑΥ.
Οι επιπτώσεις εμφάνισης ΣΑΥ έχουν αρνητική επίδραση τόσο στην υγεία της μητέρας όσο και του εμβρύου. Στην μητέρα έχει συσχετισθεί με αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης προεκλαμψίας, διαβήτη κύησης, υπέρτασης κύησης και πρόωρου τοκετού, ενώ επίσης αυξάνονται οι πιθανότητες να οδηγηθεί σε αναγκαστική καισαρική τομή.
Στο έμβρυο οι επιπτώσεις είναι επίσης πολύ σημαντικές, διότι περιλαμβάνουν χαμηλότερο βάρος γέννησης και μικρότερα για την ηλικία τους νεογέννητα.
Όπως φαίνεται από τα προαναφερθέντα επιβάλλεται η εντόπιση των εγκύων γυναικών με αυξημένο κίνδυνο για ΣΑΥ, διότι τόσο η διάγνωση όσο και η θεραπεία επί θετικού αποτελέσματος, θα βοηθήσουν τόσο τη μητέρα όσο και το έμβρυο. Η προτεινόμενη εξέταση είναι η μελέτη ύπνου, μια εξέταση απόλυτα ασφαλής για την έγκυο.
Η υπογονιμότητα σχετίζεται με το ΣΑΥ και αφορά τόσο τους άνδρες όσο και τις γυναίκες, αλλά οι μελέτες που εξέτασαν το θέμα είναι λίγες. Σε μελέτη που εξέτασε την ανδρική υπογονιμότητα, βρέθηκε ότι άνδρες με ΣΑΥ είχαν υπερδιπλάσιες (2.7 περισσότερες) πιθανότητες να πάσχουν από υπογονιμότητα συγκριτικά με αυτούς που δεν έπασχαν από ΣΑΥ.
Όσον αφορά τις γυναίκες, μελέτη που εξέτασε υπογόνιμες γυναίκες βρήκε ότι έχουν διπλάσια πιθανότητα να πάσχουν από ΣΑΥ (2.101 φορές), συγκριτικά με αυτές που δεν εμφανίζουν υπογονιμότητα. Επίσης φάνηκε ότι γυναίκες που έπασχαν από σύνδρομο πολυκυστικών ωοθηκών (μια νόσο που αποτελεί αιτία υπογονιμότητας και σχετίζεται με αυξημένη συχνότητα ΣΑΥ), είχαν περισσότερα προβλήματα και δυσμενέστερα αποτελέσματα στην εξωσωματική γονιμοποίηση ( IVF ). Άλλη μελέτη κατέληξε, ότι το ΣΑΥ είναι συχνότερο μεταξύ των γυναικών που υποβάλλονται σε εξωσωματική γονιμοποίηση, αλλά αυτό μπορεί εύκολα να εντοπισθεί και να αντιμετωπισθεί, ώστε να προκύψει το καλύτερο αποτέλεσμα.
Συνεπώς, λόγω των κινδύνων που μπορεί να συνεπάγεται η εμφάνιση ΣΑΥ στην εγκυμοσύνη, τόσο για την μητέρα όσο και για το έμβρυο, αλλά και της δυσμενούς επίπτωσης στην εξωσωματική γονιμοποίηση, είναι απαραίτητο να ανιχνεύεται.
Το ΣΑΥ στην εγκυμοσύνη είναι μια παθολογική κατάσταση υποδιαγνωσμένη και συνεπώς υποθεραπευμένη. Η διάγνωση και η θεραπεία αποτελούν απλές διαδικασίες ρουτίνας, αρκεί να τεθεί η υποψία.
Αναστασία Αμφιλοχίου MD, MSc, PhD, Πνευμονολόγος Υπνίατρος, Επιστημονικά Υπεύθυνη Εργαστηρίου Ελέγχου Διαταραχών Ύπνου, ΙΑΣΩ Γενική Κλινική, Μέλος Δ.Σ. Ελληνικής Εταιρείας Υπνολογίας