Τα Μονοκλωνικά Αντισώματα στην Θεραπεία της Ν. Alzheimer
Βασικό χαρακτηριστικό της ν. Alzheimer είναι η προοδευτική βαριά εξασθένηση των νοητικών λειτουργιών του ατόμου που πάσχει και που οδηγεί αναπόφευκτα στην πλήρη απώλεια της λειτουργικότητας και της ικανότητας για ανεξάρτητη διαβίωση.
Χρειάστηκαν πολλά έτη επιστημονικών ερευνών και κλινικών μελετών για να καταλήξουμε στην κατανόηση του μηχανισμού πρόκλησης της νόσου. Παθολογικές πρωτείνες (πλάκες αμυλοειδούς και νευροινίδια) συσσωρεύονται εντός και εκτός των κύτταρων του εγκεφάλου και αυτό οδηγεί σταδιακά στην εκφύλιση και ατροφία σημαντικών για τις νοητικές λειτουργίες δομών.
Τα φάρμακα που χρησιμοποιούμε μέχρι σήμερα έχουν σαν στόχο την ενίσχυση των νευροδιαβιβαστών που σχετίζονται με την μετάδοση νευρικών σημάτων μεταξύ των εγκεφαλικών κυττάρων.
Τα φάρμακα αυτά ανήκουν σε δύο κατηγορίες, αναστολείς ακετυλοχολινεστεράσης (δονεπεζίλη, ριβαστιγμίνη, γαλανταμίνη) και αποκλειστές NMDA υποδοχέων (μεμαντίνη).
Τα τελευταία 3 χρόνια έχουν λάβει έγκριση στην Αμερική για χορήγηση σε ασθενείς με αρχικά στάδια της ν. Alzheimer τρία διαφορετικά μονοκλωνικά αντισώματα (aducanumab, lecanemab, donanemab) με εξειδικευμένη στόχευση τις πλάκες του αμυλοειδούς.
Φαίνεται ότι η δράση τους έχει να κάνει με την διάσπαση των αμυλοειδικών πλακών και την πρόληψη της δημιουργίας νέων. Η αποτελεσματικότητα κάποιων από αυτών σε κάποιες μελέτες αμφισβητήθηκαν και λόγω και του πολύ υψηλού τους κόστους η επιστημονική κοινότητα παραμένει διστακτική για την χορήγηση τους.
Το πιο πρόσφατα εγκεκριμένο από τον FDA το οποίο πολύ σύντομα θα μπορεί να χορηγηθεί και στην Ελλάδα είναι το lecanemab. Στις μελέτες δόθηκε για 2 συνεχή χρόνια σε ασθενείς με ήπια -αρχόμενη νόσο και έδειξε σημαντική απεικονιστική μείωση στην δημιουργία νέων αμυλοειδικών πλακών. Η χορήγηση του γίνεται ενδονοσοκομειακά, 2 φορές τον μήνα ενδοφλέβια, και φυσικά δεν είναι άμοιρο πιθανών παρενεργειών.
Έχουν περιγραφεί ανοσολογικές αντιδράσεις κατά την έγχυση, εγκεφαλικές αιμορραγίες, καρδιακές αρρυθμίες και εγκεφαλικό οίδημα. Ασθενείς με την νόσο που φέρουν συγκεκριμένο γενετικό υπόβαθρο (ApoE4) είναι πιο επιρρεπής στις παρενέργειες.
Γίνεται αντιληπτό ότι οι θεραπείες πού έρχονται δεν μπορούν να βοηθήσουν όλες τις ομάδες ασθενών με ν. Alzheimer (δεν έχουν ένδειξη σε προσυμπτωματικά αλλά και σε προχωρημένα στάδια της νόσου).
Το ιδιαίτερα υψηλό κόστος των θεραπειών καθιστά ακόμα πιο σημαντική την καθιέρωση κριτηρίων για την χορήγηση τους. Με επιφυλακτική αισιοδοξία αναμένουμε τις εξελίξεις και πάντα με γνώμονα το μεγαλύτερο όφελος για τους ασθενείς.
Ευαγγελία Σωτηρίου, Νευρολόγος, Διδάκτωρ Ιατρικής Σχολής Πανεπιστημίου Αθηνών, Αν. Διευθύντρια Νευρολογικού Τμήματος ΙΑΣΩ Γενική Κλινική