Θυρεοειδοπάθειες στην εγκυμοσύνη
Αριστείδης Χ. Κερασώτης
Ενδοκρινολόγος,
Διευθυντής Τμήματος Ενδοκρινολογίας - Διαβήτη & Οστεοπόρωσης, ΙΑΣΩ
Ο θυρεοειδής αδένας βρίσκεται στην βάση του λαιμού και παράγει την ορμόνη θυροξίνη, η οποία επιδρά και επηρεάζει σχεδόν όλα τα όργανα. Κατά την διάρκεια της εγκυμοσύνης η ομαλή λειτουργία του θυρεοειδούς είναι απαραίτητη για την φυσιολογική ανάπτυξη του νευρικού συστήματος του εμβρύου και, σε ακραίες περιπτώσεις, και για την ίδια την επιβίωσή του. Από τις πολλές παθήσεις του θυρεοειδούς που υφίστανται, οι συχνότερες είναι ο υποθυρεοειδισμός, ο υπερθυρεοειδισμός και ο καρκίνος.
Ο υποθυρεοειδισμός είναι μία κατάσταση ευρέως διαδεδομένη στον ελληνικό πληθυσμό. Χαρακτηρίζεται από λειτουργία μικρότερη από το φυσιολογικό (υπολειτουργία) με αποτέλεσμα την παραγωγή ορμόνης λιγότερης απ’ όσο χρειάζεται ο οργανισμός. Συνηθέστερη αιτία είναι μία χρόνια φλεγμονή, η οποία λέγεται θυρεοειδίτιδα Hashimoto και οφείλεται σε δυσλειτουργία του ανοσολογικού συστήματος. Η αντιμετώπισή της συνίσταται στην χορήγηση από το στόμα της θυροξίνης στην κατάλληλη δοσολογία ώστε τα επίπεδα της ορμόνης να βρίσκονται εντός φυσιολογικών ορίων.
Η αλληλεπίδραση των υπολοίπων ορμονών της εγκυμοσύνης με τον θυρεοειδή είναι πολύπλοκη και συνεχώς μεταβαλλόμενη. Για τον λόγο αυτό, οι εγκυμονούσες που βρίσκονται σε θεραπεία για τον υποθυρεοειδισμό πρέπει να κάνουν συχνές εξετάσεις αίματος, προκειμένου να ρυθμίζουν την δοσολογία που λαμβάνουν. Ειδικότερα κατά το πρώτο τρίμηνο (που γίνεται η οργανογένεση) κρίνεται απαραίτητη η διατήρηση των επιπέδων της θυροξίνης στο αίμα στα φυσιολογικά επίπεδα, τα οποία σημειωτέον είναι διαφορετικά από τα φυσιολογικά επίπεδα εκτός της εγκυμοσύνης. Σημαντικό ρόλο παίζει και η ορμόνη της υποφύσεως (TSH) στην σωστή ρύθμιση και πρέπει και αυτή (κυρίως αυτή) να βρίσκεται εντός των φυσιολογικών ορίων (τα όρια της οποίας είναι και πάλι είναι διαφορετικά απ΄ ότι εκτός της εγκυμοσύνης). Επίσης, προσοχή συνιστάται στην αποφυγή της λήψεως θυροξίνης ταυτόχρονα με άλλα σκευάσματα λόγω της ανεπιθύμητης αλληλεπιδράσεως (ιδίως συνιστάται η αποφυγή τουλάχιστον για 4 ώρες σκευασμάτων που περιέχουν σίδηρο).
Ο υπερθυρεοειδισμός είναι η αντίθετη κατάσταση από τον υποθυρεοειδισμό με την παραγωγή και διατήρηση στο αίμα ποσοτήτων της ορμόνης παραπάνω από το φυσιολογικό. Τα σκευάσματα (αντιθυρεοειδικά φάρμακα) που χρησιμοποιούνται για την αντιμετώπιση του υπερθυρεοειδισμού δεν είναι δυστυχώς αθώα στην εγκυμοσύνη, αλλά και ο ίδιος ο υπερθυρεοειδισμός προκαλεί προβλήματα. Συνεπώς, πρέπει να σταθμίζονται προσεκτικά τα υπέρ και τα κατά της χορηγήσεως ή όχι των σκευασμάτων αυτών, με κύριο γνώμονα την κατά το δυνατόν αποφυγή τους. Σημαντικό ρόλο παίζει και εδώ η TSH. Στην περίπτωση που συνυπάρχει βρογχοκήλη (διόγκωση του θυρεοειδούς) με εξόφθαλμο είναι αναγκαία η προσεκτική παρακολούθηση για τον φόβο επιδεινώσεως.
Ιδιαίτερη προσοχή χρειάζεται στην αξιολόγηση των μετρήσεων των ορμονών κατά το πρώτο τρίμηνο που εμφανίζεται μία μορφή υπερθυρεοειδισμού που οφείλεται στην δράση των ορμονών της εγκυμοσύνης. Η κατάσταση αυτή είναι σχετικώς αθώα, παρέρχεται μετά το πρώτο τρίμηνο και συνήθως δεν χρειάζεται φαρμακευτική αγωγή.
Ανεξάρτητα από την θυρεοειδοπάθεια, είναι αναγκαία η τακτική μέτρηση των θυρεοειδικών ορμονών και της TSH, έχοντας υπ΄ όψιν ότι η φυσική πορεία της νόσου είναι η παροδική και προοδευτική ύφεσή της στο δεύτερο και τρίτο τρίμηνο (με επακόλουθο την αντίστοιχη μείωση και ίσως την διακοπή χορηγήσεως των σκευασμάτων). Τέλος, αναμένεται υποτροπή και επιδείνωση της νόσου στο πρώτο εξάμηνο μετά τον τοκετό.
Ο καρκίνος του θυρεοειδούς αυξάνεται σε συχνότητα τα τελευταία χρόνια και ιδιαίτερα στις γυναίκες αναπαραγωγικής ηλικίας. Στην συντριπτική πλειοψηφία των περιπτώσεων έχει καλοήθη πορεία με την έννοια ότι η μακροχρόνια επιβίωση είναι περίπου ίδια με του υπολοίπου πληθυσμού. Άρα, η εγκυμοσύνη είναι επιθυμητή με μόνο περιορισμό την αποφυγή της για μερικούς μήνες μετά από την λήψη, για θεραπευτικούς λόγους, ραδιενεργού ιωδίου. Κατά τα άλλα, η πορεία της εγκυμοσύνης στην προκειμένη περίπτωση είναι ίδια με εκείνην του υποθυρεοειδισμού.
Ο θηλασμός επιτρέπεται και συνιστάται σε όλες τις περιπτώσεις. Η χορήγηση θυροξίνης θεωρείται ασφαλής, ενώ αντιθέτως η αυθαίρετη διακοπή της ενέχει τον κίνδυνο επιδεινώσεως του υποθυρεοειδισμού με απρόοπτες συνέπειες. Στην περίπτωση του υπερθυρεοειδισμού ισχύουν οι ίδιοι περιορισμοί σχετικά με τα φάρμακα που ισχύουν και στην εγκυμοσύνη.
Οι θυρεοειδοπάθειες γενικώς είναι συχνή πάθηση στον γυναικείο ελληνικό πληθυσμό με αυξανόμενη συχνότητα. Εάν μία γυναίκα έχει γνωστή θυρεοειδοπάθεια πριν από την εγκυμοσύνη, θα πρέπει άμεσα με την διαπίστωση της να προβεί σε εργαστηριακό έλεγχο για την ρύθμιση της θεραπείας της. Ο εργαστηριακός έλεγχος θεωρείται επιθυμητός και στην περίπτωση που δεν υπάρχει μεν γνωστή θυρεοειδοπάθεια, αλλά υπάρχει πάθηση του θυρεοειδούς στο κοντινό συγγενικό περιβάλλον (ιδίως στην μητέρα ή στην αδελφή). Το τελευταίο ισχύει διότι στην θυρεοειδίτιδα Hashimoto υπάρχει συχνότατα οικογενής συσχέτιση.
Με βάση όλα τα παραπάνω συμπεραίνεται ότι η πρόγνωση γεννήσεως φυσιολογικού νεογνού από εγκυμονούσα με θυρεοειδοπάθεια είναι άριστη με την προϋπόθεση ότι κατά την διάρκεια της εγκυμοσύνης διασφαλίστηκε η διατήρηση των θυρεοειδικών ορμονών και της TSH στα φυσιολογικά, για την εγκυμοσύνη, επίπεδα. Ιδανικά, η κατάσταση του ευθυρεοειδισμού (φυσιολογικής στάθμης των θυρεοειδικών ορμονών) πρέπει να έχει επιτευχθεί πριν από την επιδίωξη της εγκυμοσύνης. Υποχρέωση λοιπόν, των γυναικών αυτών είναι να συμβουλεύονται πριν από την αρχή και καθόλη την διάρκεια της εγκυμοσύνης τον γιατρό τους και να μην αφήνουν στην τύχη την κατάσταση του θυρεοειδούς τους.
Τέλος, όσον αφορά στην περίπτωση του κορωνοϊού, οι περιπτώσεις νοσήσεως είναι σχετικά περιορισμένες κατά την διάρκεια της εγκυμοσύνης. Λόγω πιθανώς και του νεαρού σχετικά της ηλικίας των εγκύων, οι νοσήσασες συνήθως έχουν ήπια και καλοήθη πορεία της ιώσεως. Δεν φαίνεται, προς το παρόν, να υπάρχει κάποια δυσάρεστη επιπλοκή στα νεογνά. Ας ελπίσουμε ότι και στο μέλλον δεν θα διαπτιστωθεί κάποια ανεπιθύμητη εξέλιξη.