Ο ρόλος της κολονοσκόπησης στην πρόληψη του καρκίνου του παχέος εντέρου
Ιωάννης Τυρμπάς
Γαστρεντερολόγος - Επεμβατικός Ενδοσκόπος
Διευθυντής Α΄ Γαστρεντερολογικής Κλινικής Επεμβατικής Ενδοσκόπησης ΙΑΣΩ
Ο καρκίνος του παχέος εντέρου είναι μια κακοήθης νόσος, με αυξημένη θνησιμότητα παγκοσμίως. Επιδημιολογικά, κατατάσσεται στην τέταρτη θέση των συχνότερα διεγνωσμένων τύπων καρκίνου και στην τρίτη θέση του πιο θανατηφόρου καρκίνου σε όλο τον πλανήτη, αποτελώντας το 11% του συνόλου των παθήσεων του καρκίνου. Εμφανίζεται σαν μια κακοήθεια που αναπτύσσεται στο βλεννογόνο, στην εσωτερική, δηλαδή, επιφάνεια του αυλού του παχέος εντέρου, σαν αποτέλεσμα γενετικών και περιβαλλοντικών παραγόντων.
Ως γενετικοί παράγοντες, εννοούνται γονίδια τα οποία φαίνεται ότι καθορίζουν την γενετική προδιάθεση ατόμων για την ανάπτυξη αυτής της κακοήθους νόσου. Από τους περιβαλλοντικούς παράγοντες, πρωτεύοντα ρόλο παίζει η διατροφή. Οι διατροφικές συνήθειες των σύγχρονων δυτικών κοινωνιών που χαρακτηρίζονται από υπερκατανάλωση ζωικών προϊόντων (ιδιαίτερα κόκκινου κρέατος), αλκοόλ και μειωμένη λήψη φυτικών ινών αποτελούν τον πιο σημαντικό επιβαρυντικό παράγοντα που ευθύνεται για την ανάπτυξη αυτού του καρκίνου. Στον αντίποδα, μια διατροφή πλούσια σε ακόρεστα λιπαρά, όπως το ελαιόλαδο καθώς και σε αντιοξειδωτικές ουσίες, σε ω-3 λιπαρά οξέα, βιταμίνη D, σελήνιο, ασβέστιο και φυλλικό οξύ έχει κλινικά διαπιστωθεί ότι ασκεί προστατευτική δράση. Προδιαθεσικοί παράγοντες για την εμφάνιση της νόσου είναι, επίσης, η παχυσαρκία, το κάπνισμα και η έλλειψη σωματικής δραστηριότητας.
Ο καρκίνος του παχέος εντέρου στις περισσότερες περιπτώσεις έπεται της εμφάνισης πολύποδα, δηλαδή ενός καλοήθους όγκου του βλεννογόνου, μεγέθους χιλιοστών έως λίγων εκατοστών. Το έναυσμα για τη δημιουργία του πολύποδα δίνεται από ανωμαλία στα γονίδια, που ελέγχουν τον πολλαπλασιασμό των κυττάρων του βλεννογόνου του παχέος εντέρου, η οποία συνεπάγεται την άναρχη αναπαραγωγή κυττάρων και τελικά την εμφάνιση του πολύποδα. Σταδιακά, στα επιφανειακά κύτταρα του πολύποδα συνήθως εμφανίζονται δυσπλαστικές αλλοιώσεις, που μακροπρόθεσμα καταλήγουν στην καρκινωματώδη εξαλλαγή του.
Τα συμπτώματα που υποδηλώνουν την ύπαρξη καρκίνου στο παχύ έντερο και καθιστούν επιβεβλημένο το γαστρεντερολογικό έλεγχο, ανεξάρτητα από την ηλικία ή το κληρονομικό ιστορικό είναι:
- Σιδηροπενική αναιμία
- Ορατή απώλεια αίματος με τις κενώσεις
- Αλλαγή στη συχνότητα ή στη σύσταση των κενώσεων που επιμένει
- Άλγος ή επίμονος μετεωρισμός στην κοιλιακή περιοχή
- Έντονη καταβολή δυνάμεων Απώλεια βάρους
Σε τυχόν διάγνωση της νόσου επιβάλλεται να ακολουθήσει ενδελεχής έλεγχος του πάσχοντος με αξονική τομογραφία έτσι ώστε να ολοκληρωθεί η σταδιοποίηση της νόσου και να αποφασισθεί η ενδεδειγμένη θεραπευτική αντιμετώπιση από ογκολογικό συμβούλιο. Εκεί θα κριθεί η αναγκαιότητα χειρουργικής αντιμετώπισης καθώς και χημειοθεραπείας ή/και ακτινοθεραπείας πριν ή μετά από αυτή. Αφού ολοκληρωθεί η θεραπεία οι ασθενείς εισάγονται σε πρόγραμμα τακτικού επανελέγχου με κολονοσκόπηση, αξονική τομογραφία και PET-scan.
Πέραν όμως από τη θεραπεία της νόσου, πρωταρχικός είναι ο ρόλος της πρόληψης του καρκίνου του παχέος εντέρου με την έγκαιρη διάγνωση της πιθανής ύπαρξης πολύποδα. Αυτή μπορεί να γίνει εφικτή μόνο με την κολονοσκόπηση, η οποία αποτελεί τη βασική εξέταση για την πρόληψη του καρκίνου του παχέος εντέρου.
Η κολονοσκόπηση διεξάγεται, αφού προηγηθεί καθαρισμός του εντέρου με τη λήψη καθαρτικού φαρμάκου, με την βοήθεια του ενδοσκοπίου, ενός δηλαδή λεπτού και εύκαμπτου σωλήνα, στην άκρη του οποίου είναι τοποθετημένη μια μικροκάμερα, εντελώς ανώδυνα, υπό τη χορήγηση ενδοφλέβιας καταστολής (της γνωστής “μέθης”) και διαρκεί 15-20 λεπτά. Παράλληλα με τον έλεγχο του παχέος εντέρου και κατά τη διάρκεια της εξέτασης, δίδεται η δυνατότητα στον ενδοσκόπο να προωθήσει λεπτή λαβίδα μέσω ειδικού καναλιού, που βρίσκεται στο εσωτερικό του ενδοσκοπίου, με την οποία λαμβάνονται βιοψίες καθώς και ειδικά υλικά, με τα οποία επιτυγχάνεται η αφαίρεση πολυπόδων.
Η σημαντική πρόοδος που έχει επιτευχθεί στον τομέα της ενδοσκόπησης του πεπτικού σωλήνα τα τελευταία χρόνια, με τη χρήση των ενδοσκοπίων υψηλής ευκρίνειας, συμπληρώνεται πλέον με την χρήση και της Τεχνητής Νοημοσύνης (Artificial Intelligence) η οποία είναι αποτέλεσμα εφαρμογών, που χρησιμοποιούν σύνθετους αλγόριθμους και προσδίδει τη δυνατότητα στον ενδοσκόπο να εντοπίζει μικροσκοπικούς πολύποδες στο παχύ έντερο, οι οποίοι χαρακτηρίζονται, όσον αφορά στον ιστολογικό τους τύπο, αλλά και στο βάθος της διήθησης στο τοίχωμα του εντέρου. Η προηγμένη αυτή τεχνολογία υποβοηθά τον ενδοσκόπο στην έγκαιρη διάγνωση πρώιμων βλαβών, που οδηγούν στη δημιουργία του καρκίνου του παχέος εντέρου και συνεπώς συμβάλει καταλυτικά στην πρόληψη της νόσου.
Η εικονική κολονοσκόπηση ή κολονογραφία που πραγματοποιείται μέσω αξονικής ή μαγνητικής τομογραφίας είναι η εναλλακτική και αποκλειστικά διαγνωστική μέθοδος, που ενδείκνυται κυρίως σε περιπτώσεις ατόμων με σοβαρά καρδιολογικά ή αναπνευστικά προβλήματα, που καθιστούν αδύνατη ή επισφαλή την κολονοσκόπηση.
Σύμφωνα με τις νεότερες διεθνείς οδηγίες για την πρόληψη του καρκίνου του παχέος εντέρου, άτομα ηλικίας άνω των 45 ετών συστήνεται να υποβάλλονται σε προληπτική κολονοσκόπηση, ανεξαρτήτως φύλου, συμπτωμάτων ή αρνητικού κληρονομικού ιστορικού. Ο έλεγχος δε με κολονοσκόπηση σε περιπτώσεις θετικού κληρονομικού ιστορικού ή καρκίνου παχέος εντέρου σε συγγενή πρώτου βαθμού θα πρέπει να ξεκινά το αργότερο στην ηλικία των 40 ετών ή δέκα έτη νωρίτερα από την ηλικία διάγνωσης καρκίνου του νεαρότερου συγγενή. Εφόσον υπάρχει κληρονομικό ιστορικό συνδρόμου πολυποδίασης στην οικογένεια ή συνδρόμου μη πολυποδιασικού καρκίνου παχέος εντέρου, το άτομο επιβάλλεται να εισέρχεται σε πρόγραμμα τακτικού ελέγχου με κολονοσκόπηση από νεαρή ηλικία, διότι στις περιπτώσεις αυτές ο κίνδυνος ανάπτυξης καρκίνου παχέος εντέρου αγγίζει το 100%. Τέλος, οι ασθενείς με ελκώδη κολίτιδα ή νόσο του Crohn θα πρέπει να υποβάλλονται στην εξέταση σε τακτά χρονικά διαστήματα.
Επομένως, η πρόληψη του καρκίνου του παχέος εντέρου αποτελεί τη μόνη προϋπόθεση για τη ριζική αντιμετώπιση της νόσου. Η αλλαγή των διατροφικών συνηθειών και του τρόπου ζωής, σε συνδυασμό με την υπεύθυνη ενημέρωση, την έγκαιρη επίσκεψη στο γαστρεντερολόγο και κυρίως την προληπτική κολονοσκόπηση, με τις σύγχρονες μεθόδους προηγμένης τεχνολογίας ενδοσκόπησης μπορούν να εξασφαλίσουν την πρόληψη και συνεπώς τη μείωση της θνησιμότητας της σοβαρής αυτής νόσου.