Η ακοή του νεογνού
Βασίλης Ντρίνιας,
Παιδο-ΩΡΛ, Διευθυντής Τμήματος ΩΡΛ ΙΑΣΩ Παίδων
Η ικανότητα πρόσληψης ήχων από το ακουστικό αισθητηριακό σύστημα του ανθρώπου τον συνοδεύει ήδη από την γέννησή του.
Η πορεία που ακολουθεί ο ήχος, σαν κύμα μέσω του αέρα καταρχήν, αρχίζει από το πτερύγιο του ωτός, ακολουθεί ο έξω ακουστικός πόρος, ο τυμπανικός υμένας και το μέσον ους, που με τα οστάριά του καταλήγει στον κοχλία (το αισθητήριο όργανο της ακοής), όπου και μετατρέπεται, μέσω των τριχωτών κυττάρων του, σε ηλεκτρική ώση. Αυτή πλέον ταξιδεύει στις κεντρικότερες δομές του εγκεφάλου, δια του ακουστικού νεύρου και πολλαπλών συνάψεων, έως τα ακουστικά κέντρα του εγκεφάλου, στον κροταφικό λοβό, όπου και γίνεται η τελική επεξεργασία, με αποτέλεσμα αυτό που ονομάζουμε ακοή.
Η ακοή του νεογνού μπορεί να επηρεαστεί από διαταραχή-βλάβη σε οποιοδήποτε σημείο της πορείας του ήχου έως τον εγκέφαλο. Ανωμαλίες του πτερυγίου και του έξω ακουστικού πόρου είναι εύκολο να αναγνωριστούν, από την γέννηση του νεογνού κι επομένως να αντιμετωπισθούν κατάλληλα ανάλογα με την βαρύτητα και σε ιδανικό για αποκατάσταση χρόνο.
Η δυσκολία της έγκαιρης διάγνωσης βρίσκεται στις διαταραχές που δεν είναι ορατές και πρέπει να διαγνωσθούν με άλλες, αντικειμενικές ιδανικά μεθόδους.
Η αναγκαιότητα εξέλιξης αντικειμενικών μεθόδων ανίχνευσης αρχικά, και διάγνωσης εν συνεχεία της νεογνικής βαρηκοΐας έγκειται στο γεγονός ότι αυτή είναι σχετικά συχνή (0,1-0,2%), ειδικά σε σύγκριση με άλλες συγγενείς ανωμαλίες. Η εκτίμηση της ακοής του νεογνού βασιζόμενη στις αντιδράσεις του στους ήχους έχει πολύ μικρή αξιοπιστία και δεν είναι σίγουρα μετρήσιμη. Τέλος η ακοή είναι υπέρτατης σημασίας για την λεκτική, ψυχική και κοινωνική εξέλιξη του παιδιού και ο ρόλος της αρχίζει ήδη από την γέννηση. Επομένως η όσο νωρίτερη στην βρεφική ηλικία ανίχνευση, διάγνωση και αντιμετώπιση της συγγενούς βαρηκοΐας-κώφωσης, ιδανικά έως την ηλικία των 6 μηνών, είναι ένας σημαντικός στόχος.
Η ανακάλυψη ήχων που παράγονται από τον ίδιο τον κοχλία, οι ονομαζόμενες Ωτοακουστικές Εκπομπές (ΩΑΕ), το 1975 από τον Kemp, υπήρξε ένα τεράστιο βήμα προς την κατεύθυνση αυτή. Υπάρχει πλέον η δυνατότητα με μία γρήγορη, ανώδυνη και αξιόπιστη μέθοδο να γίνει η ανίχνευση αυτών των ήχων από τις πρώτες ημέρες της ζωής του νεογνού, πριν βγει ακόμα από το μαιευτήριο. Επειδή η ύπαρξη των ΩΑΕ προϋποθέτει την φυσιολογική λειτουργία του κοχλία, η ανίχνευσή τους αποτελεί εξαιρετική μέθοδο screening (εντόπισης σε ευρύ πληθυσμό) της νεογνικής βαρηκοΐας.
Η καταγραφή των ακουστικών προκλητικών δυναμικών εγκεφαλικού στελέχους (ABR) και πιο συγκεκριμένα η αυτοματοποιημένη παραλλαγή τους (aABR), αποτελεί επίσης μέθοδο που προσφέρει τα προαναφερθέντα πλεονεκτήματα, ως εργαλείο ανίχνευσης νεογνικής βαρηκοΐας τις πρώτες ημέρες της ζωής, είτε από μόνη της ή και συμπληρωματικά με την καταγραφή των ΩΑΕ. Πλεονέκτημα της μεθόδου είναι οτι ελέγχει ολόκληρη την ακουστική οδό κι δεν περιορίζεται στην περιοχή του κοχλία.
Οι προαναφερθείσες μέθοδοι αποτελούν παγκοσμίως την αναγνωρισμένη πρακτική screening ακοής νεογνών, από την οποία προκύπτει ένας αριθμός ατόμων με πρόβλημα ακοής. Ακολουθεί η διαγνωστική διερεύνηση της βαρηκοΐας με απεικονιστικές μεθόδους (μαγνητική τομογραφία, αξονική τομογραφία), για να ελεγχθεί το ανατομικό υπόστρωμα της βλάβης, και με ακοολογικές μεθόθους (ABR-ASSR), ώστε να προσδιοριστεί η βαρύτητα του προβλήματος.
Η διάγνωση ακολουθείται από την θεραπεία. Χειρουργικές τεχνικές που αποκαθιστούν το έξω και μέσον ους λύνουν το πρόβλημα ακοής που προκαλούνται από διαταραχές ανατομικές των περιοχών αυτών. Η εξέλιξη της τεχνολογίας δίνει την δυνατότητα χρήσης ακουστικών βαρηκοΐας κατάλληλων για κάθε περίπτωση, ενώ τα κοχλιακά εμφυτεύματα και τα εμφυτεύματα εγκεφαλικού στελέχους είναι επιλογές για βαρύτερες περιπτώσεις. Να τονιστεί ότι όσο νωρίτερα γίνεται μια θεραπευτική παρέμβαση τόσο καλύτερα τα αποτελέσματα.
Σημαντική είναι η παράλληλη διάγνωση και αντιμετώπιση πιθανών συνυπαρχουσών διαταραχών (νευρολογικών, αναπτυξιολογικών, ενδοκρινολογικών, οφθαλμολογικών, δυσμορφιών κ.λπ.), για να είναι η συνολική αποκατάσταση του παιδιού ολοκληρωμένη.
Η ακοή του νεογνού μπορεί να ελεγχθεί αξιόπιστα και ανώδυνα, προσφέροντας έγκαιρη διάγνωση και αντιμετώπιση πιθανών προβλημάτων.