Αγχώδεις διαταραχές στην κύηση
Έλενα Καλόγερα, MD, Msc
Ψυχίατρος - Ψυχοθεραπεύτρια
Επιστημονικός Συνεργάτης Ιατρείου Ψυχικής Υγείας Γυναικών Αιγινήτειου Νοσοκομείου
Α΄ Πανεπιστημιακή Ψυχιατρική Κλινική ΕΚΠΑ
Συνεργάτης Ψυχίατρος Κέντρου Αποθεραπείας & Αποκατάστασης «ΦΙΛΟΚΤΗΤΗΣ»
Η περίοδος της εγκυμοσύνης σηματοδοτεί μία περίοδο σημαντικών αλλαγών στη ζωή κάθε γυναίκας. Για τις περισσότερες, η προσαρμογή είναι εύκολη. Ταυτόχρονα, είναι και μία περίοδος έντονων αμφιθυμικών συναισθημάτων, ανησυχιών, προσδοκιών, μία μετάβαση από την ατομική ανεξαρτησία στη μητρότητα.
Από κλινικές μελέτες προγεννητικού ελέγχου, φαίνεται ότι τουλάχιστον μία στις πέντε γυναίκες αντιμετωπίζουν προβλήματα ψυχικής υγείας, ιδιαίτερα κατάθλιψης και άγχους. Αυτό οφείλεται τόσο σε ψυχολογικά, όσο και σε ορμονικά αίτια.
Οι ορμονικές αλλαγές κατά την εγκυμοσύνη ενδεχομένως να ευνοούν την ανάπτυξη των αγχωδών διαταραχών. Η προγεστερόνη μεταβολίζεται σε πρεγνανολόνη και αλλοπρεγνανολόνη στον εγκέφαλο, αγωνιστές του GABA νευροδιαβιβαστή, ο οποίος εμπλέκεται άμεσα στο μηχανισμό του άγχους. Καθώς τα επίπεδα αυτών των ορμονών αυξάνονται κατά τη διάρκεια της κύησης, οι GABA υποδοχείς οδηγούνται σε «καθοδική ρύθμιση» (down regulation) και αυτό το φαινόμενο πιθανόν να αυξάνει την ευαλωτότητα στις γυναίκες. Επίσης, η μείωση της σεροτονινεργικής λειτουργίας μέσω της εκτροπής του μεταβολισμού της τρυπτοφάνης (πρόδρομο αμινοξύ της σεροτονίνης), μπορεί να συμβάλει στην έναρξη αγχωδών διαταραχών.
Πώς εκδηλώνονται οι αγχώδεις διαταραχές κατά την περίοδο αυτή;
Είναι φυσιολογικό και αναμενόμενο οι μέλλουσες μητέρες να νιώθουν άγχος και ανησυχία, που μπορεί να εκφράζεται με φοβίες (ότι κάτι κακό θα συμβεί στις ίδιες ή στο έμβρυο), με εσωτερική ένταση ή ανησυχία, ευερεθιστότητα ή δυσκολία συγκέντρωσης. Άλλες φορές μπορεί να εκφράζεται με σωματικά συμπτώματα, δύσπνοια ή ταχύπνοια από το αναπνευστικό, ναυτία, έμετο, ανορεξία ή ξηροστομία από το γαστρεντερικό, πόνο στο στήθος από το καρδιαγγειακό, ζάλη ή πονοκέφαλο από το νευρικό σύστημα. Τέλος, μπορεί να εκφράζεται με συμπεριφορές, όπως αποφυγές (που δηλώνουν την ύπαρξη φοβιών), έμμονες σκέψεις (ιδεοληψίες) και καταναγκασμούς.
Όλα αυτά τα συμπτώματα είναι συχνά απόρροια των μεταβολών κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης και ως ένα βαθμό φυσιολογικά. Όταν, όμως, κατακλύζουν την έγκυο στην καθημερινότητά της και η συχνότητα ή η ένταση αυτών προκαλούν μεγάλη δυσλειτουργία σε όλους τους τομείς της λειτουργικότητας (ατομικό, κοινωνικό, επαγγελματικό, κ.λπ.), τότε χρειάζεται η παρέμβαση ειδικού.
Ποιές είναι οι επιπτώσεις των αγχωδών διαταραχών κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης και μετά τον τοκετό;
Οι αγχώδεις διαταραχές έχουν διπλάσια επίπτωση στην πορεία της ζωής μιας γυναίκας σε σχέση με τους άντρες. Το 5-16% των γυναικών παρουσιάζει κάποια αγχώδη διαταραχή στην εγκυμοσύνη ή τη λοχεία. Βοηθώντας γυναίκες που έχουν υψηλά επίπεδα άγχους κατά τη διάρκεια της κύησης, προλαμβάνουμε τις επιδράσεις του, τόσο στην ανάπτυξη του εμβρύου, όσο και των παιδιών. Υπάρχουν αυξανόμενες ενδείξεις ότι οι αγχώδεις διαταραχές και τα συμπτώματα αυτών, επιδρούν αρνητικά όχι μόνο στην ψυχική υγεία μιας γυναίκας κατά τη διάρκεια της κύησης, αλλά και στην ανάπτυξη του παιδιού. Μελέτες επιβεβαιώνουν τη συσχέτιση μεταξύ άγχους και πρόωρου τοκετού.
Επίσης, υπάρχει συσχέτιση των αγχωδών διαταραχών με νεογνά χαμηλού βάρους, χαμηλό Apgar score, επιβλαβείς επιπτώσεις στην καρδιακή λειτουργία και στην ψυχοκινητικότητα του εμβρύου. Μελέτες έχουν δείξει ότι το περιγεννητικό άγχος καθορίζει διαταραχές συμπεριφοράς από την παιδική στην εφηβική ηλικία, περιλαμβανομένων των διαταραχών ελλειμματικής προσοχής και υπερκινητικότητας, συναισθηματικών διαταραχών στις ηλικίες 4-6 ετών, παρορμητική/επιθετική συμπεριφορά και χαμηλά σκορ στα γνωσιακά τεστ στις ηλικίες 14-15 ετών.
Αξίζει να σημειωθεί ότι στα αγόρια, η έκθεση σε προγεννητικό άγχος σχετίζεται με αυξημένο κίνδυνο διαταραχών συμπεριφοράς σε σχέση με τα κορίτσια. Επιπλέον, οι αγχώδεις διαταραχές πριν και κατά τη διάρκεια της κύησης καθορίζουν την ένταση των συμπτωμάτων άγχους και κατάθλιψης κατά τη διάρκεια της λοχείας. Από τις αγχώδεις διαταραχές, μεγαλύτερη επικράτηση κατά την περιγεννητική περίοδο, έχουν η γενικευμένη αγχώδης διαταραχή και η ιδεοψυχαναγκαστική διαταραχή σε σχέση με το γενικό πληθυσμό.
Σε μία πρόσφατη έρευνα αξιολόγησης της συχνότητας εμφάνισης και της πορείας του άγχους και της κατάθλιψης στην εγκυμοσύνη, παρατηρήθηκε ότι το άγχος εμφανίζεται πιο συχνά από την κατάθλιψη σε όλα τα στάδια της κύησης, καθώς και στην περίοδο της λοχείας. Ακόμη και οι γυναίκες που έχουν συμπτώματα άγχους κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης, αλλά δεν πληρούν διαγνωστικά κριτήρια, παρουσιάζουν αυξημένο κίνδυνο καταθλιπτικών συμπτωμάτων κατά τη διάρκεια της λοχείας.
Παράγοντες κινδύνου:
- Ιστορικό αγχώδους διαταραχής
- Ιστορικό προηγούμενων αποβολών
- Εγκυμοσύνη υψηλού κινδύνου
[bt_accordion width="0" active_first="no"][bt_spoiler title="Δείτε περισσότερα"]
Παρεμβάσεις πρόληψης
Η πρόληψη αφορά στην αναγνώριση κινδύνου που σχετίζεται με την πιθανότητα εμφάνισης ψυχικών διαταραχών ή υποτροπής προϋπάρχουσας διαταραχής. Οι παράγοντες κινδύνου αφορούν την κληρονομικότητα, το ψυχιατρικό ιστορικό (αν υπάρχει), πρώιμες εμπειρίες ζωής, παρούσες συνθήκες, καθώς και τη λειτουργικότητα του ατόμου.
Οι περισσότερες έρευνες στοχεύουν στην πρόληψη της επιλόχειας κατάθλιψης μετά την εγκυμοσύνη. Κατά συνέπεια, η συμπτωματολογία κατά τη διάρκεια της κύησης πολλές φορές δεν διαγιγνώσκεται και άρα δεν αντιμετωπίζεται.
Παρεμβάσεις πριν από τη σύλληψη είναι ο οικογενειακός προγραμματισμός, που αποσκοπεί στην έγκαιρη παρέμβαση και τη δημιουργία κατάλληλων συνθηκών για την απόκτηση ενός νέου μέλους. Απαραίτητη κρίνεται, επίσης, η ψυχιατρική συμβουλευτική εάν υπάρχει ψυχιατρική νόσος στο οικογενειακό περιβάλλον.
Προτείνεται, παράλληλα, η χορήγηση ερωτηματολογίων στις εγκύους και η διενέργεια συνεντεύξεων, με στόχο να καθοριστεί κατά πόσο οι γυναίκες στην περίοδο της κύησης πάσχουν από συγκεκριμένη αγχώδη διαταραχή.
Θεραπευτικές παρεμβάσεις
Τόσο η ψυχοθεραπεία, όσο και η φαρμακευτική αγωγή είναι αποτελεσματικές στη θεραπεία των αγχωδών διαταραχών. Ωστόσο, η ψυχοθεραπεία κατέχει κεντρική θέση ως θεραπευτική πρόταση των αγχωδών διαταραχών με στόχο την ενίσχυση, υποστήριξη και ενθάρρυνση, τόσο της εγκύου, όσο και του ζεύγους.
Η λήψη απόφασης για έναρξη φαρμακευτικής αγωγής αφορά πάντα στη στάθμιση των κινδύνων από την πιθανή έκθεση του εμβρύου σε ψυχοφαρμακολογικούς παράγοντες έναντι των κινδύνων για τη μητέρα και το έμβρυο, από τη μη θεραπεία της ψυχικής νόσου.
Προτιμάται η μονοθεραπεία, και αν είναι δυνατόν, η αποφυγή χορήγησης φαρμάκων στη διάρκεια του πρώτου τριμήνου της κύησης, καθώς και η χορήγηση των μικρότερων θεραπευτικών δόσεων.
[/bt_spoiler][/bt_accordion]